<< Ο ύμνος του βιβλίου >> του Ευγένιου Τριβιζά
Πες μου κάτι , τι χαρίζει γέλιο , κέφι και χαρά ;
Έλα πες μου, τι γεμίζει παρηγοριά την καρδιά ;
Έλα πες μου , τι
σκορπίζει την πιο πιο μαύρη συννεφιά ;
Έλα πες μου, τι
‘ναι εκείνο που με κάνει και δακρύζω ,
που με κάνει να
γελάω , που με κάνει να ελπίζω ;
Έλα πες μου, τι
‘ναι εκείνο που με κάνει να γιορτάζω,
Που με κάνει να
πετάω , στα ουράνια να καλπάζω ;
Ένα βιβλίο ! Ένα βιβλίο !
Ένα βιβλίο που
μαγεύει , όνειρα στο νου φυτεύει
και στο ταξίδι της
ζωής πιστά μας συντροφεύει !
Η Παγκόσμια Ημέρα Παιδικού Βιβλίου καθιερώθηκε από την Ι.Β.Β.Υ., τη Διεθνής Οργάνωση Βιβλίων για τη Νεότητα, το 1966, ημέρα των γενεθλίων του μεγάλου Δανού παραμυθά Χανς Κρίστιαν Άντερσεν(2 Απριλίου 1805), με σκοπό να εμπνεύσει στα παιδιά την αγάπη για το διάβασμα και να προκαλέσει την προσοχή των μεγαλύτερων στο παιδικό βιβλίο.
Ας τον γνωρίσουμε
κι ας του κάνουμε ένα μικρό αφιέρωμα !
Δανός συγγραφέας και ποιητής, πασίγνωστος σ’ όλο τον κόσμο για τα παραμύθια
του. Γιος ενός παπουτσή και μιας πλύστρας, γεννήθηκε στις 2 Απριλίου του 1805 στην πόλη Οντένσε. Έμεινε ορφανός από πατέρα στα 11 του χρόνια και
έκανε διάφορες δουλειές για να τα φέρει βόλτα αυτός και η μητέρα του. Το
σχολείο ήταν μια πολυτέλεια για τον μικρό Χανς Κρίστιαν.
Το προσωπικό του καταφύγιο, τις όποιες ελεύθερες ώρες είχε, ήταν ένα μικρό
κουκλοθέατρο. Έφτιαχνε με τα ίδια του τα χέρια τις κούκλες, τις έντυνε κι έδινε
τις δικές του προσωπικές παραστάσεις, με έργα κυρίως του Σαίξπηρ, τα οποία
απομνημόνευε με χαρακτηριστική ευκολία.
Η χάρη του αυτή έφτασε στα αυτιά του βασιλιά της Δανίας Φρειδερίκου του
6ου, ο οποίος ενδιαφέρθηκε προσωπικά για το παράξενο αυτό αγόρι. Τον έστειλε σ’
ένα από τα καλύτερα σχολεία της χώρας, καταβάλλοντας ο ίδιος τα δίδακτρα. Μετά
κόπων και βασάνων, ο Χανς Κρίστιαν τελείωσε το Γυμνάσιο σε ηλικία 23 ετών. «Τα
χρόνια αυτά ήταν τα πιο πικρά και σκοτεινά της ζωής μου», έγραψε στην
αυτοβιογραφία του. Στη συνέχεια γράφεται στο Πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης, χωρίς
να ολοκληρώσει τις σπουδές του.
Το 1822 εκδίδει το πρώτο βιβλίο του, που θα περάσει απαρατήρητο. Το 1829
γράφει μια ιστορία φαντασίας με τίτλο «Περίπατος από το κανάλι του Χόλμενς στο
ανατολικό σημείο του νησιού Άμαγκερ, που θα σημειώσει μεγάλη επιτυχία.
Συνεχίζει να γράφει, ποιήματα, θεατρικά έργα, λιμπρέτα για λυρικά έργα,
μυθιστορήματα, που γνωρίζουν επιτυχία περισσότερο στη Γερμανία, παρά στην
πατρίδα του.
Το 1835 δημοσιεύει τα πρώτα του «Παραμύθια για παιδιά» και μόνο 8 χρόνια
αργότερα κερδίζουν την επιδοκιμασία του κόσμου. Θα γράψει
συνολικά 168 παραμύθια ως το 1872 με πιο γνωστά, «Τα κόκκινα Παπούτσια», «Η
πριγκίπισσα και το μπιζέλι», «Η βασίλισσα του χιονιού», «Το ασχημόπαπο», «Το
μολυβένιο στρατιωτάκι», «Το μικρό έλατο», «Η μικρή γοργόνα», «Τα καινούργια
ρούχα του αυτοκράτορα», «Το κοριτσάκι με τα σπίρτα» και «Η Τοσοδούλα».
Ενώ τα έργα του Άντερσεν είναι σχεδόν άγνωστα έξω από τη Δανία και τις
γειτονικές της χώρες, τα παραμύθια του είναι από τα πιο πολυμεταφρασμένα έργα
σ’ όλη την ιστορία της λογοτεχνίας. Μολονότι βασίζονται σε λαϊκούς θρύλους, τα
περισσότερα χαρακτηρίζονται από έναν ηθικό ρεαλισμό, παρά απ’ την ανάγκη
εκπλήρωσης μιας επιθυμίας. Οι κακοί δεν είναι δράκοι ή μάγισσες των λαϊκών
μυθιστοριών, αλλά εκπρόσωποι ανθρώπινων αδυναμιών, όπως ματαιοδοξίας,
σνομπισμού ή εγωιστικής αδιαφορίας. Ορισμένα από τα παραμύθια του αποκαλύπτουν
μία αισιόδοξη πίστη στην επικράτηση του καλού και του ωραίου, άλλα είναι βαθιά
απαισιόδοξα και έχουν δυσάρεστο τέλος.
Ο Χανς Κρίστιαν Άντερσεν θα διακριθεί και στην ταξιδιωτική λογοτεχνία. Από
το 1833 ως το 1857 πραγματοποιεί 29 ταξίδια σε Ευρώπη, Ασία και Αφρική,
γνωρίζεται με μεγάλες προσωπικότητες της εποχής και καταγράφει τις εμπειρίες
του σε σειρά ταξιδιωτικών βιβλίων.
Τα βήματά του θα τον φέρουν ως την Ελλάδα τον Μάρτιο του 1841. Στο οδοιπορικό
του «Το Παζάρι ενός ποιητή», που κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις
«Εστία» με τον τίτλο «Οδοιπορικό στην Ελλάδα» περιγράφει λεπτομερώς τη διαμονή
στην Αθήνα.
Την άνοιξη του 1872, ο Άντερσεν έπεσε από το κρεβάτι του και χτύπησε
σοβαρά. Δεν ξανάγινε ποτέ τελείως καλά και στις 4 Αυγούστου του 1875 πέθανε, σε
ηλικία 70 ετών.